Prince of Persia: The Sands of Time (2010): Trailer

Δες/Κρύψε το international trailer

Πριν έξι χρόνια η Disney μετέτρεψε με επιτυχία μια βόλτα των θεματικών πάρκων της σε ένα από τα μεγαλύτερα franchise της δεκαετίας, ανοίγοντας το δρόμο για τις μπλοκμπαστερικές μεταφορές.. της Μονόπολης και του View-Master που έρχονται. Χωρίς να έχει εγκαταλείψει, κάθε άλλο, την ιδέα για τέταρτους Πειρατές της Καραϊβικής, η εταιρεία περνάει και σε Πρίγκιπες της Περσίας για τα 10s, κάνοντας τα βιντεοπαιχνίδια πολύ μεγάλες μπιζνες και για τη κινηματογραφική βιομηχανία (που λίγο πολύ την έχουν ξεπεράσει πια σε μέγεθος), όπως εξηγεί για τις Μάζες ο Μιχάλης Τέγος του GameOver.gr στη θέση του Jordan Mechner που τον πρόλαβαν άλλοι.

Για πολύ καιρό, ο τίτλος Prince of Persia έφερνε στο μυαλό εκείνο το ριζοσπαστικό action παιχνιδάκι του 1989, όπου με τον πρίγκιπα του τίτλου έπρεπε να περάσεις τις πίστες σκαρφαλώνοντας σε πλατφόρμες και πηδώντας πάνω από αγεφύρωτα χάσματα για να φτάσεις στην πριγκίπισσα (παλούκι από δυσκολία, αλλά κλέβαμε και βάζαμε άπειρη ζωή, περνούσαμε πίστες αυτόματα κλπ.). Το παιχνιδάκι ανήκει φυσικά στα κλασσικά του χώρου, και παιχνίδια όπως η σειρά Tomb Raider σχεδόν δε θα υπήρχαν χωρίς αυτό. Μετά από χρόνια σιωπής, η Ubisoft (τη θυμάσαι, αυτή φτιάχνει το game adaptation του Avatar (2009)) επανέφερε το franchise σε μεγάλες δόξες το 2003, με το καταπληκτικό Prince of Persia: The Sands of Time, και έτσι του έδωσε μια δεύτερη ζωή που κρατάει μέχρι σήμερα, μια και το τελευταίο παιχνίδι της σειράς κυκλοφόρησε πέρυσι.

Στο Sands of Time βασίζεται και η κινηματογραφική μεταφορά με τίτλο, εχμ, Prince of Persia: The Sands of Time (2010), της οποίας το trailer βρίσκεται αυτή τη στιγμή στα internets. Ως ο εν λόγω Πέρσης (;) πρίγκηψ, ο Jake Gyllenhaal έχει λιώσει στο γυμναστήριο και το parkour, και έτσι δείχνει αρκετά κοντά στον ψηφιακό του avatar (είδες τι έκανα εκεί, ε; ε;) αν και η faux-βρετανική προφορά του ακούγεται λίγο κάπως, ενώ η πρώην Bond girl Gemma Arterton κάνει channel τη Rachel Weisz και αναλαμβάνει τον άχαρο ρόλο της έκθεσης γεγονότων/ενημέρωσης του κοινού σχετικά με το τι παίζει μ’αυτές τις sands of time και το dagger of time που τις ελέγχει και πώς καταστρέφεται ο κόσμος και... ας πούμε ότι αν πρέπει να κάνεις αυτή τη δουλειά από το trailer ακόμα, δεν προμηνύονται τα καλύτερα. Η παρουσία του Ben Kingsley μπορεί να πάει σε οποιαδήποτε κατεύθυνση, μια και αφενός είναι ο Ben Kingsley, αφετέρου στο Bloodrayne (2006) γελούσαν και τα τούβλα του κάστρου. Ευτυχώς, ο Mike Newell είναι καλύτερη επιλογή σκηνοθέτη από τον Uwe Boll οποιαδήποτε μέρα της εβδομάδας ή της δεκαετίας.

Πιο ενθαρρυντική είναι η παρουσία του Jordan Mechner στο σενάριο, ο οποίος, αν δεν ξέρεις, είναι αυτός που έφτιαξε το αρχικό παιχνίδι και έχει δηλώσει παρών σε κάθε νέα έκδοσή του από τότε (επίσης γράφει graphic novels). Δεν ξέρω πώς χειρίζεται ένα κινηματογραφικό σενάριο, αλλά αν μη τι άλλο έχει μια άλφα εμπειρία και μια σχέση παραπάνω με τη συγκεκριμένη ιστορία και αυτό τον ήρωα, που μπορεί να βγει και σε καλό. Όπως και να ’χει, το trailer δείχνει μια καλοκαιρινή ντισνεο-μπρουκχαϊμεριάδα (η σύνδεση με το adventure κλίμα του Pirates of the Caribbean μάλλον είναι και η σωστή προσέγγιση στο θέμα), με μια σειρά CGI να συγκρούονται το ένα με το άλλο και τον Gyllenhaal να χοροπηδάει από δω κι από κει. Δεδομένου ότι η ιστορία ποτέ δεν ήταν και ιδιαίτερα σεξπιρική, και ότι δεν υπάρχει η διασκέδαση του να ελέγχεις εσύ τον πρίγκιπα και να τον ρίχνεις στα χαντάκια και στους γκρεμούς, η κατεύθυνση προς την καλοκαιρινή περιπέτεια που δεν παίρνει και πολύ στα σοβαρά τον εαυτό της είναι μάλλον η καλύτερη.


Το Φως Πριν την Αυγή (2009): Trailer στην ομίχλη


Η περίοδος της γερμανικής κατοχής και του αντάρτικου στην Ελλάδα είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα περίοδος για έναν δημιουργό. Μπορεί κανείς να βρει πάντα πρόσφορο έδαφος για να φτιάξει και να γυρίσει μια ιστορία. Στο Φως Πριν την Αυγή παρακολουθούμε πτυχές της ιστορίας που σχετίζονται με τους τελευταίους μήνες του πολέμου. Οι Ιταλοί είχαν ήδη συνθηκολογήσει και από θανάσιμοι εχθροί, ήταν σύμμαχοι. Όμως ορισμένοι Ιταλοί βρέθηκαν ξαφνικά στη μέση των δύο πλευρών, αντιμέτωποι με την καχυποψία των συμμαχικών δυνάμεων και το μίσος των Γερμανών που τους καταδίωκαν πια ως προδότες. Παράλληλα βλέπουμε έναν Έλληνα αντάρτη, το Βασίλη, τον οποίο οι μέρες εκείνες τον απασχολούν μέχρι σήμερα, εξήντα πέντε χρόνια μετά.

Οι κυριότερη πρακτική δυσκολία που συναντήσαμε πριν και κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων ήταν ο χαμηλός προϋπολογισμός της ταινίας (η ταινία κόστισε περίπου 7000 ευρώ). Η αλήθεια είναι ότι όλοι οι συντελεστές της ταινίας συμμετείχαν εθελοντικά, ωστόσο το κάνανε με μεγάλη αγάπη και γι' αυτό θα τους είμαι ευγνώμων για πάντα. Η ταινία τους ανήκει, όσο ανήκει και σε μένα. Μία άλλη πρόκληση που έπρεπε να αντιμετωπίσουμε ήταν η αναπαράσταση της εποχής του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου. Οι σκηνογράφοι κάνανε καταπληκτική δουλειά σε αυτόν τον τομέα, έστω και με τα λίγα μέσα που διαθέταμε.

Το Digital Wave είναι ένα τμήμα του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, το οποίο δίνει την ευκαιρία σε ταινίες που έχουν γυριστεί ψηφιακά και δεν έχουν μετατραπεί σε φιλμ, να προβληθούν μέσω ενός ψηφιακού προβολέα. Αυτή η προσπάθεια, των ανθρώπων του Digital Wave, που ξεκίνησε πριν από τέσσερα χρόνια, είναι αξιοσέβαστη, ωστόσο ακόμη και στη σημερινή "ψηφιακή" μας εποχή δε δίνεται η δυνατότητα στις ψηφιακές ταινίες να διαγωνιστούν για κάποιο Κρατικό Βραβείο και δε συμμετέχουν στο επίσημο Διαγωνιστικό τμήμα του Φεστιβάλ. Αξιοσημείωτο είναι επίσης το γεγονός ότι στα περισσότερα φεστιβάλ του εξωτερικού δεν ξεχωρίζουν τις ψηφιακές ταινίες από τις ταινίες που έχουν γυριστεί σε φιλμ.

Τελικά αποσύραμε την ταινία από το Digital Wave μόλις πληροφορηθήκαμε καλύτερα ποιοι είναι οι Κινηματογραφιστές στην Ομίχλη και τι κάνουν. Οι Κινηματογραφιστές στην Ομίχλη, είναι για μένα, ο ίδιος ο ελληνικός κινηματογράφος που αγωνίζεται αυτή τη στιγμή για ένα καλύτερο μέλλον του κινηματογραφικού πολιτισμού της χώρας μας. Μια κίνηση πρωτόγνωρη για τα ελληνικά δεδομένα από την οποία δεν πρέπει να απέχει κανένας, κινηματογραφιστής ή μη. Πόσο μάλλον νέοι σκηνοθέτες που αποτελούν το μέλλον του ελληνικού κινηματογράφου. Ένα μέλλον που, όπως φαίνεται από τις πρόσφατες παγκόσμιες εξελίξεις, θα είναι εξολοκλήρου ψηφιακό από πλευράς παραγωγής και διανομής ενός κινηματογραφικού έργου.



Προβολή απόψε στις 16.00 στην Έλλη, στην Εβδομάδα Ελληνικού Κινηματογράφου,
παρουσία του σκηνοθέτη, Χρήστου Μεγαρχιώτη, που υπογράφει και το κείμενο
.

Άλλος Δρόμος δεν Υπήρχε (2009): Trailer στην ομίχλη


Όλα ξεκίνησαν από μια ιδέα/πρόταση του φίλου μου Ματθαίου Φραντζεσκάκη με αφορμή το βιβλίο Άλλος Δρόμος δεν Υπήρχε των Ν. & Α. Κοκοβλή. Κάτι είχα ακούσει για την ύπαρξη αυτών των ανθρώπων, αλλά αφού διάβασα το βιβλίο, τους γνώρισα και διαπίστωσα το μέγεθος της ιστορίας --ομολογώ πως πριν ήμουν βαθιά νυχτωμένος... Ξαφνικά βρέθηκα μπροστά στην αφήγηση ενός κρητικού έπους, με πολύ ευρύτερες όμως διαστάσεις, με πανανθρώπινα και διαχρονικά στοιχεία.

Μετά ξεκίνησε η παρατεταμένη έρευνα και η γνωριμία με τα πρόσωπα που αναφερόταν στο βιβλίο. Κάπου εδώ ευτύχησα να γνωρίσω και τον Γιάννη Λιονάκη, το τρίτο επιζών πρόσωπο από τους 6 επικηρυγμένους αντάρτες που κρύβονταν στο Νομό Χανίων για 14 περίπου χρόνια μετά το τέλος του εμφυλίου στην Κρήτη. Ακμαίος, κραταιός, 87ετών τότε, και με απίστευτη μνήμη.

Όσο προχωρούσε η έρευνα αλλά και τα γυρίσματα μετά, μια χιονοστιβάδα στοιχείων και γεγονότων μάς επιβεβαίωνε ότι, παρά τον πλούτο των στοιχείων που περιέχονται στο βιβλίο, πολλά είναι ακόμα τελείως άγνωστα. Η γνωστή φράση πως την ιστορία τη γράφουν οι νικητές, κάπως τροποποιημένη εδώ, φαινόταν να μας κλείνει το μάτι... Είναι η ιστορία κάποιων ανθρώπων που ο καθένας χωριστά και με το χαρακτήρα του, σε απίστευτες για τα σημερινά δεδομένα συνθήκες, έδωσαν έναν αγώνα αξιοπρέπειας, ένα παράδειγμα στάσης ζωής, με πολλούς κλυδωνισμούς, απογοητεύσεις και διαψεύσεις και που όμως δεν είναι ηττημένοι. Δεν ξέρω αν είναι νικητές ή πως αισθάνονται οι ίδιοι για τη ζωή τους, όμως στα μάτια μου τους βλέπω να περπατούν όρθιοι.

Αυτό που δυσκόλεψε περισσότερο τη διαχείριση της ιστορίας, η πρόκληση αν θέλετε, ήταν να έχουμε μια δίκαιη και έντιμη στάση απέναντι στα γεγονότα και στα πρόσωπα της ιστορίας μας. Τουλάχιστον συνειδητά, αυτή ήταν η πρόθεση και η μεγάλη μας έγνοια. Διάβασα αρκετά και κουβέντιασα με πολλούς για αυτή την ταραγμένη και δύσκολη περίοδο. Θυμάμαι την ομολογία κάποια στιγμή του Νίκου Κοκοβλή: "μέσα στο βιβλίο γράψαμε όση αλήθεια μπορούσε να ειπωθεί κάθε φορά". Δεν ήταν ομολογία ενοχής, ήταν η σκιαγράφηση βήμα-βήμα των τρομακτικά δύσκολων καταστάσεων που είχαν βρεθεί αυτοί οι άνθρωποι και των επώδυνων αποφάσεων που είχαν παρθεί.

Μέσα από τις ταινίες/ντοκιμαντέρ μπορώ να υπάρχω σε μιαν άλλη, πιο δικαιωμένη μέσα μου διάσταση, βιώνοντας και ζώντας πράγματα, μακριά από την καθημερινότητα της επιβίωσης που διαρκώς είμαι αναγκασμένος να τσαλαβουτώ. Αυτό μου δίνει και όλο το κουράγιο να μπορώ να ξεκινώ και να τελειώνω μια τέτοια ιστορία. Τώρα με τους Κινηματογραφιστές στην Ομίχλη, κρατώντας και λόγω χαρακτήρα, τα πιο αθώα και ρομαντικά αν θέλετε στοιχεία αυτής της ιστορίας, νοιώθω πως δεν πορεύομαι μόνος μου σε αυτόν το δρόμο. Τους ευχαριστώ, όποια κι αν είναι η κατάληξη αυτής της προσπάθειας, για τούτη την εμπειρία που ζω κοντά τους.


Previously on Movies for the Masses: Ricordi Mi (2009): Trailer στην ομίχλη

Προβολή απόψε στις 20.45 στην Έλλη, στην Εβδομάδα Ελληνικού Κινηματογράφου,
παρουσία του σκηνοθέτη, Σταύρου Ψυλλάκη, που υπογράφει και το κείμενο
.

Ricordi Mi (2009): Trailer στην ομίχλη


Η Φανή κάνει μια έρευνα για την απελπισία και την ανερχόμενη φτώχεια στην Αθήνα, την ίδια εποχή που βιώνει το συναίσθημα της απώλειας, που ανέτρεψε τα πάντα στη ζωή της. Η ταινία παρακολουθεί το ταξίδι αυτής της γυναίκας και την προσπάθειά της να αποδεχτεί όσα της συμβαίνουν, ζώντας την προσωπική της περιπέτεια σ’ έναν περιπετειώδη χώρο που παντρεύει το φανταστικό με το πραγματικό.

Στο Ricordi Mi ήθελα να συνδυάσω αυτούς τους δύο κόσμους της "πραγματικότητας" και του "φανταστικού", που τα σύνορα τους μπερδεύονται μέσα στον πόνο που νιώθουμε όταν χάνουμε ανθρώπους που αγαπάμε. Το φανταστικό το επεξεργάστηκα στην ταινία σαν ένα μέρος της πραγματικότητας. Προσπάθησα να του δώσω ένα ρόλο απελευθερωτικό. Να προσεγγίσω μια άλλη διάσταση της απώλειας. Αποτελούσε πρόκληση η σύζευξη αυτών των δυο κόσμων, τόσο από την πλευρά της αφήγησης, όσο και για το ύφος της ταινίας. Ένα είδος συμφιλίωσης με τα πράγματα που δεν κατανοούμε.

Σε κάθε της βήμα, η ηρωίδα (Θεοδώρα Τζήμου) αποδέχεται και ενώνει με ευκολία αυτούς του δύο κόσμους, τους μεταφέρει στην πόλη που ζει και εξερευνά, στα πρόσωπα που συναντάει, στη σχέση της με τον άνθρωπο που ζει μαζί του. Παίζει ένα παιχνίδι που τη βοηθάει να ξεγλιστράει στη ζωή. Να απλώνει τα πρόσωπα και το χρόνο σε ένα αιώνιο παρόν.

Με τις περιπλανήσεις της πρωταγωνίστριας στις γειτονιές της Αθήνας, ήθελα να δώσω στην πόλη έναν υπερέχοντα ρόλο. Να συνδυάσω το στοιχείο του ντοκιμαντέρ με το φανταστικό. Με προβλημάτισε μέχρι ποιο σημείο η χρήση αυτού του στοιχείου μπορεί να θεωρηθεί "καλλιτεχνικά εμπορεύσιμο", και πέρασα αυτό τον προβληματισμό στο γυναικείο χαρακτήρα της ταινίας.

Το Ricori Mi το δουλέψαμε όλοι μαζί μ’ έναν τρόπο που να αφήνει στο θεατή περιθώρια προσωπικής ερμηνείας στο θέμα, μέσα από το δικό του συναίσθημα. Οι χαρακτήρες, το φως, τα χρώματα, οι όγκοι, συνομίλησαν με σκοπό αυτήν τη συναισθηματική εγρήγορση.

Άλλη μια πρόκληση που αφορά την αφήγηση, αλλά και την ερμηνεία, ήταν ο διπλός αντρικός ρόλος που ερμηνεύεται από το ίδιο πρόσωπο (Λάζαρος Γεωργακόπουλος) –πόσοι από εμάς δεν αναζητάμε τα χαρακτηριστικά των ανθρώπων που “χάσαμε” σ’ εκείνους που συναντάμε;



Προβολή απόψε στις 22.30 στην Έλλη, στην Εβδομάδα Ελληνικού Κινηματογράφου,
παρουσία της σκηνοθέτιδος, Στέλλας Θεοδωράκη, που υπογράφει και το κείμενο
.

Χρυσόσκονη (2009): Promo reel στην ομίχλη


Η ιδέα της ταινίας ξεκίνησε από την ανάγκη μου να μιλήσω για την πόλη μου. Την Αθήνα. Αυτή την Αθήνα που αλλάζει κάθε μέρα. Που την γνωρίζω από τη στιγμή που γεννήθηκα. Που την αγαπάω όπως αγαπάει κανείς τον τόπο που ξέρει όλη του τη ζωή. Και που με πληγώνει γιατί πολύ συχνά με κάνει να νιώθω ξένη μέσα της. Αισθάνομαι πως η Αθήνα είναι η μοναδική ευρωπαϊκή πρωτεύουσα που εξαφανίζει με μανία το βιωμένο της παρελθόν. Που μαϊμουδίζει μ’ έναν τρόπο αρχοντοχωριάτικο και, συχνά, χυδαίο, ένα δήθεν «παγκοσμιοποιημένο» παρόν χωρίς αισθητική και ήθος.

Αυτό το αίσθημα με ώθησε να ξεκινήσω να γράφω τις πρώτες γραμμές του σεναρίου της «Χρυσόσκονης». Γράφοντας, κατάλαβα ότι είχα ανάγκη να μιλήσω για πράγματα πολύ πιο βαθιά απ’ αυτό. Όπως ο χώρος που ο καθένας από 'μάς αφήνει στον εαυτό του να αναπνεύσει. Να δει πραγματικά, ν’ ακούσει πραγματικά. Ο χρόνος που ο καθένας από 'μάς δίνει στον εαυτό του άρα και στους άλλους.

Το σενάριο είναι για μένα μια βάση εργασίας. Κάτι που ο σκηνοθέτης και οι ηθοποιοί πατάνε πάνω του για να πάρουν καταστάσεις και χαρακτήρες απ' το χαρτί και να τα κάνουν απτό άγγιγμα στο δέρμα. Έτσι δούλεψα με τους ηθοποιούς μου. Τη Μάνια Παπαδημητρίου, την Άννα Μάσχα, τον Αργύρη Ξάφη, στους κεντρικούς ρόλους. Τον Δημήτρη Ξανθόπουλο, τη Δέσποινα Κούρτη, τον Θανάση Χαλκιά, στους δεύτερους ρόλους. Όλους τους ηθοποιούς στους μικρότερους ρόλους.

Ο τρόπος κινηματογράφησης, το φως, το ντεκόρ, τα κοστούμια, ο ήχος και ο τρόπος χρήσης του, το μοντάζ, το μιξάζ, όλο αυτό το πλαίσιο που αποτελεί το τελικό εικαστικό και ακουστικό όλον μιας ταινίας, δεν μπορεί παρά να υπηρετεί την οπτική από την οποία αποφασίζει ο σκηνοθέτης να κοιτάξει τη θεματική του. Προσωπικά, διάλεξα μια οπτική «ντοκιμαντερίστικης» λιτότητας όπου πρώτο ρόλο θα είχαν δραματουργικά οι «χαρακτήρες». Και ευτύχησα να έχω συνεργάτες που πραγμάτωσαν αυτήν την οπτική.

Η ταινία μου δεν προτείνει λύσεις. Δεν μου αρέσουν οι ταινίες που προτείνουν οτιδήποτε. Έχω ανάγκη να θέτω ερωτήματα. Αμφιβολίες και ανησυχίες. Και να τις μοιράζομαι. Η Χρυσόσκονη υπάρχει γιατί την εμπιστεύτηκαν και την στήριξαν όλοι οι συντελεστές της. Ο παραγωγός της, οι ηθοποιοί της, οι βασικοί συνεργάτες μου, το συνεργείο, οι φίλοι που έμπρακτα βοήθησαν. Τους ευχαριστώ. Όλους. Για την φιλία, την πίστη, τη γενναιοδωρία και τη δουλειά τους.

Και ελπίζω να καταλάβει πλέον η ελληνική πολιτεία, ότι το σινεμά δεν είναι χόμπι μερικών «ψωνισμένων καλλιτεχνών». Είναι πολιτιστικό προϊόν. Εξαγώγιμο και διεθνώς ανταγωνιστικό. Είναι καιρός, εκτός από το «τυρί φέτα», να πριμοδοτήσουμε έμπρακτα, ως ευρωπαϊκό κράτος, με ισόνομες συνθήκες παραγωγής και προώθησης στην ημεδαπή και αλλοδαπή, όλες τις τάσεις και τις δυναμικές του ελληνικού κινηματογράφου.



Προβολή απόψε στις 20.45 στην Έλλη, στην Εβδομάδα Ελληνικού Κινηματογράφου,
παρουσία της σκηνοθέτιδος, Μαργαρίτας Μαντά, που υπογράφει και το κείμενο

Η Ζωή στους Βράχους (2009): Trailer αντίστασης


Η ταινία αναφέρεται αποκλειστικά σε Γυναίκες οι οποίες έλαβαν μέρος στην Εθνική Αντίσταση. Γυναίκες, που όμοια με τους άνδρες, πάλεψαν, φυλακίστηκαν, βασανίστηκαν και εκτελέστηκαν. Και οι οποίες μετά την απελευθέρωση υπέστησαν πάλι διώξεις, βασανισμούς και εκτελέσεις για αυτή τη συμμετοχή τους.

Στην ταινία, τριάντα τρεις Γυναίκες καταθέτουν τη μαρτυρία τους για τις διώξεις που υπέστησαν αυτές και οι οικογένειές τους, μετά την υπογραφή της Βάρκιζας, στις 12 Φεβρουαρίου 1945.

Πρόθεση της ταινίας είναι να αποκαλύψει το ρόλο μιας κοινωνικής ομάδας «χωρίς φωνή», ο οποίος αγνοείται από την επίσημη γραπτή ιστορία. Στην ταινία, ομάδα «χωρίς φωνή» είναι οι Γυναίκες.



Προβολή απόψε στις 19:00 στην ΕΛΛΗ, στην Εβδομάδα Ελληνικού Κινηματογράφου.
Το κείμενο είναι από το δελτίο τύπου της σκηνοθέτριας, Αλίντας Δημητρίου

Μαύρο Λιβάδι (2010): Συνέντευξη Βαρδή Μαρινάκη

Δες/Κρύψε το promo reel

Το Μαύρο Λιβάδι θα θυμάσαι ότι το είχαμε βάλει στο ραντάρ σου πέρσι τέτοια εποχή περίπου, τότε που είχε φτάσει στα χέρια μας εκείνο το promo reel που εντυπωσίαζε κόσμο στην Αγορά του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, και λίγο καιρό μετά, αναπολούσαμε τις βραδιές που είχαμε περάσει στο επιβλητικό σκηνικό που είχε στήσει ο Γιώργος Γεωργίου μέσα στο κάστρο του Ναυπλίου, για να το μεταμορφώσει σε μοναστήρι για το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Βαρδή Μαρινάκη. Ο οποίος, για την πρώτη του απόπειρα σε μεγάλου μήκους ταινία, διάλεξε μια διαδρομή που θα τρόμαζε και βετεράνο, αποφασίζοντας να στήσει την ιστορία του, την ιστορία δυο ανθρώπων με πολύ διαφορετικά, αλλά και επικίνδυνα κοντινά πεπρωμένα, σε μια εκθαμβωτικά φωτογραφημένη κι εξαιρετικά φιλμαρισμένη τουρκοκρατούμενη Ελλάδα, κάπου στις αρχές του 1600.

Ο Μαρινάκης, φέτος τέτοια εποχή, θα ήταν ο ένας απ’ τους δυο πρωτοεμφανιζόμενους σκηνοθέτες που θα εκπροσωπούσαν τη χώρα μας στο Διεθνές Διαγωνιστικό του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Αντ’ αυτού, επιλέγοντας να συμπαραταχθεί με τους Κινηματογραφιστές στην Ομίχλη σ’ αυτόν τον αγώνα τους για ένα πιο γόνιμο έδαφος για την ανάπτυξη του ελληνικού σινεμά, ο Μαρινάκης κάνει χωρίς αμφιβολία τη μεγαλύτερη θυσία απ’ όλους τους συναγωνιστές του, φέρνοντας την παγκόσμια πρεμιέρα της ταινίας του, στην Εβδομάδα Ελληνικού Κινηματογράφου των Fog Films. Και μάλλον δεν θα μπορούσε κανείς να βρει καλύτερη αναλογία, απ’ αυτή που δίνει ο ίδιος στη συνέντευξη, που κράτησε πολύ περισσότερο απ’ όσο θα δεις στο βίντεο, αλλά δεν θα’χει και καμιά αντίρρηση να σου πει και προσωπικά τα υπόλοιπα ο ίδιος, απόψε στις 22.30 που θα έρθεις να τον δεις, στην προβολή της ταινίας του στην Έλλη.


Previously on Movies for the Masses: Moon (2009): Duncan Jones interview
Copyright © 2012 Movies for the Masses, Challenging common sense since 2004. Your ticket is
Contact us at moviesforthemasses@gmail.com. Subscribe by RSS or E-mail.